27.8.13

Η κουλτούρα της εκπαιδευτικής μονάδας στην Ελλάδα

α) χαρακτηριστικά:
            Η ελληνική εκπαιδευτική μονάδα, στα πλαίσια του συγκεντρωτικού εκπαιδευτικού συστήματος που ισχύει, περιορίζεται συνήθως σε ρόλο εφαρμοστή-εκτελεστή της κεντρικής εκπαιδευτικής πολιτικής. Ως συνέπεια αυτού τα χαρακτηριστικά της κουλτούρας αυτής της εκπαιδευτικής μονάδας είναι αρνητικά.     Αρχικά μπορούμε να διακρίνουμε τον ατομικό χαρακτήρα της διδασκαλίας και την απομόνωση του εκπαιδευτικού στην αίθουσα του, δηλαδή την έλλειψη συνεργασίας και αλληλοϋποστήριξης.
            Η ανάγκη «να προλάβουμε την ύλη» -ειδικά για το Λύκειο- οδηγεί σε «τυπική διεκπεραίωση» της ύλης και μη ενασχόληση με την παραγωγή διδακτικού υλικού. Ακόμα, η απουσία ανάληψης ευθυνών -λόγω κυρίως της μη εφαρμογής αξιολόγησης έργου- και η μετάθεση ευθυνών προς τα πάνω εμποδίζουν την βελτίωση της ποιότητας της Εκπαίδευσης.
            Άλλο ένα χαρακτηριστικό της κουλτούρας της εκπαιδευτικής μονάδας αποτελεί ο κλειστός χαρακτήρας του σχολείου και η απουσία σχέσεων με τους γονείς και την ευρύτερη κοινωνία. Αυτό έχει αρνητικά αποτελέσματα και στην πρόοδο των μαθητών αλλά και στην επαγγελματική τους εξέλιξη μια που αγνοούνται οι ανάγκες της τοπικής κοινωνίας και οι ευκαιρίες που μπορεί να υπάρχουν για τους μελλοντικούς εργαζόμενους.
            Τέλος, πρέπει να επισημανθεί ως χαρακτηριστικό η συγκέντρωση εξουσίας στον διευθυντή και ο περιορισμένος ρόλος του συλλόγου διδασκόντων που έχει σαν αποτέλεσμα την αποσπασματικότητα και την αναποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση προβλημάτων λόγω απουσίας συνολικής προσέγγισής τους.

β)  παράγοντες:
            Οι παράγοντες που διαμορφώνουν τα παραπάνω χαρακτηριστικά της εκπαιδευτικής κουλτούρας είναι ποικίλοι και έχουν ως βάση τον συγκεντρωτικό τρόπο λήψης αποφάσεων.
            Είναι γεγονός ότι οδηγίες και προτάσεις για ανάληψη πρωτοβουλιών, για εφαρμογή καινοτόμων μεθόδων εκπαίδευσης, για την υλοποίηση νέων δραστηριοτήτων καταφθάνουν από την κεντρική διοίκηση στον διευθυντή της εκπαιδευτικής μονάδας κατά δεκάδες, ο βαθμός όμως που η εκπαιδευτική μονάδα έχει την δυνατότητα παρέμβασης στον τρόπο εφαρμογής της κεντρικά σχεδιασμένης εκπαιδευτική πολιτικής, ιδιαίτερα σε θέματα καινοτομιών, είναι πολύ περιορισμένος. Οι προτεινόμενες αλλαγές και οι καινοτομίες στην εκπαίδευση δεν μπορούν να προχωρήσουν, ανεξάρτητα από το εάν επιβάλλονται νομοθετικά, εάν αυτές δεν έχουν γίνει κατανοητές σε επίπεδο εκπαιδευτικής μονάδας και αυτό οφείλεται στη μη συμμετοχή των εκπαιδευτικών αλλά και της εκπαιδευτικής μονάδας στην σύλληψη, τον σχεδιασμό και τον προγραμματισμό μιας καινοτομίας.
            Επίσης, οι αποφάσεις για καινοτομίες και πρωτοβουλίες που λαμβάνονται κεντρικά από μια συγκεκριμένη εκπαιδευτική διοίκηση και προωθούνται για γενικευμένη εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο, πολλές φορές δεν είναι αποτελεσματικές διότι οι εκπαιδευτικοί δεν είναι απλές μηχανές φωτοτυπικής αναπαραγωγής των αποφάσεων της κεντρικής διοίκησης. Συνεργάζονται με συγκεκριμένους ανθρώπους, (διευθυντή, συναδέλφους, μαθητές, γονείς), σε συγκεκριμένα περιβάλλοντα, (εκπαιδευτικές μονάδες), τα οποία αντανακλούν τις κοινωνικές, πολιτισμικές και οικονομικές συνθήκες της μικροκοινωνίας στην οποία βρίσκονται.
            Υπάρχει, επίσης, η αντίληψη ότι η εκπαιδευτική μονάδα που εφαρμόζει πιστά ό,τι προτείνεται από την κεντρική διοίκηση δεν έχει ευθύνη σε ενδεχόμενη αποτυχία των αλλαγών για τις οποίες ούτε αποφάσισε, ούτε και είναι σίγουρο ότι θα τις χρειαζόταν. Κατά συνέπεια ελλοχεύει ο κίνδυνος να μην εξεταστεί δημιουργικά και κριτικά ο ρόλος της εκπαιδευτικής μονάδας και να μην αξιοποιηθεί η εμπειρία της.
            Ας μη ξεχνάμε και το Αναλυτικό Πρόγραμμα που επιβάλλεται από τη διοίκηση της Εκπαίδευσης το οποίο αποφασίζει την εφαρμογή της εκπαιδευτικής πολιτικής και παρεμποδίζει έτσι την ανάπτυξης καινοτόμου επαγγελματικής κουλτούρας ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς για ανάπτυξη νέων παιδαγωγικών προσεγγίσεων και διδακτικών μεθόδων. Έτσι κάθε εναλλακτική διδακτική προσέγγιση γίνεται με προσωπική ευθύνη των εκπαιδευτικών, συνήθως έξω από την επίσημη διδακτική και παραμένει περιθωριακή και αναξιοποίητη αφού δεν μπορεί να ενταχθεί στην επίσημη διδακτική.

γ)  προϋποθέσεις για αλλαγή
            Για να αλλάξουν τα παραπάνω χαρακτηριστικά της κουλτούρας της εκπαιδευτικής μονάδας είναι απαραίτητες γενναίες πολιτικές αποφάσεις. Η τεχνογνωσία υπάρχει και δε χρειάζεται να την ανακαλύψουμε!
            Πρώτα, και πάνω απ’ όλα, πρέπει η εκπαιδευτική μονάδα να αποτελεί κύτταρο της τοπικής κοινωνίας στην οποί ανήκει. Αυτό θα γίνει με την ανάπτυξη συνεργασίας του σχολείου με τους γονείς και τους τοπικούς φορείς και με την εφαρμογή εκπαιδευτικής πολιτικής που απαντά στις τοπικές ανάγκες και ιδιαιτερότητες.
            Επίσης είναι απαραίτητη η ενίσχυση της επιστημονικής και επαγγελματικής κατάρτισης του προσωπικού της Εκπαίδευσης ώστε και οι εκπαιδευτικοί να αξιοποιούν την επαγγελματική τους εμπειρία και να αναπτύσσονται εκείνες οι διαδικασίες που οδηγούν στην ανάπτυξη πρωτοβουλιών και καινοτομιών. Αλλά και οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί καλούνται να εγκαταλείψουν την μοναξιά της τάξης τους και να ανοίξουν την πόρτα της συνεργασίας και της επικοινωνίας με τους συναδέλφους τους. Χρειάζεται να εκτιμήσουν και να αξιοποιήσουν την εμπειρία τους, να ασχοληθούν με νέα ζητήματα που ξεφεύγουν από τα στενά όρια της σχολικής αίθουσας και να μην φοβούνται να αναλάβουν ευθύνες και να υλοποιήσουν καινοτόμες πρωτοβουλίες.
            Ακόμα το Αναλυτικό Πρόγραμμα, πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα να προσαρμόζονται τα μαθήματα και η ύλη ανάλογα με τις ιδιαίτερες συνθήκες που εμφανίζονται στην εκπαιδευτική μονάδα, στα πλαίσια βέβαια των γενικών αρχών και οδηγιών που τίθενται από το Υπουργείο Παιδείας.
            Στα διοικητικά θέματα  είναι απαραίτητη η εκχώρηση αρμοδιοτήτων για λήψη αποφάσεων στην εκπαιδευτική μονάδα, η πολιτική και τεχνική στήριξη της εκπαιδευτικής μονάδας στο νέο της ρόλο, η προώθηση ευέλικτων σχημάτων λειτουργίας επιτροπών για την λήψη αποφάσεων και η αλλαγή της ιεραρχικής γραφειοκρατικής δομής της σημερινής διοίκησης της εκπαιδευτικής μονάδας και της εκπαίδευσης γενικότερα ώστε να μπορεί να αποδέχεται αποφάσεις που λαμβάνονται αποκεντρωμένα.  Τέλος, η διδασκαλία πρέπει να «απελευθερωθεί» με το να παρέχει την δυνατότητα στον καθηγητή να παίρνει αποφάσεις σχετικά με τα μέσα και τις μεθόδους διδασκαλίας και μάθησης ώστε η διδασκαλία να είναι αποτελεσματικότερη και προσαρμοσμένη στις ιδιαίτερες συνθήκες της εκπαιδευτικής μονάδας.

Ζαχαρίου Δημήτρης
27/8/2013
Μεταπτυχιακή Επιμόρφωση Ε.Κ.Π.Α.
«οργάνωση και διοίκηση της εκπαίδευσης»


Δεν υπάρχουν σχόλια: